Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Νέα Σελήνη στον Αιγόκερω

Ο ενεστώτας αρχίζει να κουράζει πολλάκις. Ίσως επειδή είναι ένα είδος μέλλοντα χωρίς “θα”. Ίσως επειδή το τώρα είναι λιγάκι υποτακτικό. Ο αόριστος χάθηκε στο χώρο. Μέσα στο γραφείο -στο τρία επί τέσσερα μέτρα-, κάτω απ την καρέκλα, μέσα στο συρτάρι, στη σκόνη της βιβλιοθήκης, μεταξύ τοίχου και σοβατεπιού, κάπου ενδιάμεσα. Έτσι ήταν ο αόριστος· πάντοτε αόριστος! Ο παρακείμενος έχει τσακωθεί με τον υπερσυντέλικο και ο υπερσυντέλικος είχε τσακωθεί με τον παρακείμενο. Παλιοί χρόνοι σα μικρά παιδιά. Στο μεταξύ ο μέλλοντας δε θα μιλάει μόνο αλλά θα βλέπει κιόλας, δε θα γράφει μόνο αλλά θα πράττει παράλληλα, θα ξεχνάει λίγο μα θα θυμάται περισσότερο. Ο μέλλοντας θα είναι κάτι σαν ποιητής.
flâneur

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2014

Δεκέμβρης Δεκατέσσερα

του Κωστή Μαργιόλη



Όχι!
Δεν αναθυμιάζουν θάνατο τα τσιμεντένια κλουβιά αυτής της πόλης
Η άσφαλτος δεν χρωματίστηκε το μαύρο του χαμού
Καμία βεβαιότητα δεν κλονίστηκε (ακόμα)
απ΄την κατάρρευση των τελευταίων χαλασμάτων ανθρωπιάς που είχαν μείνει γύρω

Ο ζόφος έρχεται από αλλού

Εδώ μία κυρία συνομιλεί σε πρόσωπο αόρατο στην άλλη άκρη της γραμμής,
διαγράφοντας με αδρές γραμμές το δράμα
να μη βρίσκεις ραντεβού στο κομμωτήριο σαββατιάτικα
Εκεί η αντρική ομήγυρη χαβαλεδιάζει με εσπρέσο λούγκο ανά χείρας την επαύριο της οπαδικής πανωλεθρίας
Στο δίχτυ της κοινωνικοποίησης του ναρκισσισμού,
φάτσες που περιπλέκονται σε χιαστί φιλίες, κοινοποιήσεις, σχόλια και μου αρέσει
-εικονικά όσο οι ζωές που λένε ότι ζουν

Μια καταχνιά απάθειας απλώνεται στην όξινη ατμόσφαιρα του αστικού συμπλέγματος
Και κάνει να φαίνονται αληθείς οι καφενόβιοι συνωμοσιολόγοι
που λένε πώς από πάνω μας πετάνε ψεκαστές – εντολοδόχοι κάτι πεφωτισμένων, αλλόγλωσσων κυρίων 
που κατεργάζονται μιαν Αποκάλυψη 

Και πάλι όχι όμως
Εθελουσίως προσερχόμαστε στο πάρτι των κοκτέιλ κυνισμού με ένδυμα αδιαφορίας

Αν μύρισε ξανά βενζίνη ο αέρας
Ας είναι να λαμπαδιάσει ως τη ρίζα
Το δέντρο-ξόανο της μίζερης γιορτής μας

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

θα υπάρξει ελπίδα*

Η Βίκυ έρχεται τις περισσότερες φορές πίσω απ την πλάτη μου, κρυφά χωρίς να τη δω μέσα απ το πλήθος και μου κλείνει τα μάτια με τις παλάμες των χεριών της. Ποτέ δεν καταφέρνω να την ανακαλύψω. Πάντοτε αρθρώνω στο στόμα το λάθος όνομα. Μετά φωνάζουμε συνθήματα.
Ο Τάκης είχε ανέβει στα κάγκελα του νοσοκομείου και μίλαγε με το παιδί που ήτανε κλεισμένο στο δωμάτιο-κελί. Το παιδί κάπνιζε διαρκώς. Ύστερα κουράστηκε κι έκατσε για λίγο. Φαινόταν δυνατό πάντως. Πολύ δυνατό. Έπειτα φωνάζαμε συνθήματα Νίκο.
Ο Θοδωρής θα ξυπνήσει αγχωμένος αλλά αθώος. Η υπόθεση του θα εκδικαστεί στις εννιά. Όμως ο Θοδωρής είναι αθώος. Όσες φορές κι αν αναβληθεί η δίκη το ξέρουμε πως ο Θοδωρής θα ναι αθώος. Κι αυτοί το ξέρουν πως είναι αθώος. Κι ύστερα εμείς θα φωνάζουμε συνθήματα.

*αν έστω για λίγο
αποφασίσουμε
να τη φανταστούμε